kolokotsas

«H Ελλάδα μπορεί και πρέπει να γίνει ο ψηφιακός παράδεισος της Ευρώπης, ώστε εταιρείες που αναζητούν μια ευρωπαϊκή στέγη να έρθουν εδώ». Με αυτή την αισιόδοξη πρόβλεψη ολοκλήρωσε τη συζήτησή του με την «Κ» για το μέλλον των start-ups στην Ελλάδα ο διευθυντής εταιρικών σχέσεων της Google, Διονύσης Κολοκοτσάς. Με την προϋπόθεση ότι «θα δημιουργηθεί γρήγορα ένα θεσμικό πλαίσιο φιλικό προς την ψηφιακή επιχειρηματικότητα», αλλιώς θα είναι πολύ δύσκολο γι’ αυτού του είδους τις εταιρείες να παραμείνουν στην Ελλάδα. Οπως εξηγεί, μια start-up, μέχρι να δημιουργηθεί, δεν συμπεριλαμβάνεται στα έσοδα του κράτους, άρα αν το κράτος δώσει το περιθώριο να αναπτυχθεί, δεν χάνει χρήματα, αντιθέτως, μπορεί να έχει πολλαπλασιαστικά οφέλη όταν αυτή η εταιρεία καταφέρει «να σταθεί στα πόδια της». Διευκρινίζει βέβαια πως «όταν λέμε start-up εννοούμε εταιρείες που έχουν παγκόσμιο προσανατολισμό και αναπτύσσονται γρηγορότερα από τις παραδοσιακές επιχειρήσεις με τη χρήση της τεχνολογίας».


Οπως αναφέρει, «είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά τα στοιχεία που έχουμε στα χέρια μας αναφορικά με τη διάθεση των νέων να δραστηριοποιηθούν στο επιχειρείν». Μελέτη του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών σε συνεργασία με την Endeavor και το Ελληνοαμερικανικό Επιμελητήριο κατέγραψε την αυξημένη θέληση των φοιτητών και των αποφοίτων να δοκιμάσουν επιχειρηματικά «να κάνουν κάτι μεγάλο», κυρίως στον τομέα της τεχνολογίας. «Ως Google βρισκόμαστε πολύ κοντά στο οικοσύστημα των νεοφυών επιχειρήσεων γιατί και η δική μας εταιρεία βασίζεται στην επιτυχία αυτών των επιχειρήσεων που τις ονομάζουμε “μικρές πολυεθνικές”. Οπως εξηγεί, πριν από 10 χρόνια δεν υπήρχε τόσο έντονα αυτή η διάθεση, διότι οι περισσότεροι απόφοιτοι προτιμούσαν την ασφάλεια έναντι του ρίσκου, προσπαθώντας να εξασφαλίσουν κάτι που θα απομάκρυνε τις πιθανότητες αποτυχίας. Σήμερα βλέπουμε ότι αυτή η κατάσταση έχει αλλάξει άρδην και ότι οι νέοι θέλουν να δοκιμάσουν τα όριά τους ανεβάζοντας τον πήχυ των προσδοκιών τους. Το δεύτερο ενθαρρυντικό στοιχείο είναι ότι η πλειονότητα αυτών των παιδιών στοχεύει στη διεθνή αγορά και όχι μόνο στην ελληνική, γεγονός που δημιουργεί θετικές προοπτικές για την εξωστρέφεια της οικονομίας. Ο ένας στους τρεις ασχολείται καθαρά με την τεχνολογία και οι άλλοι με δράσεις όπως ο τουρισμός ή τα φυσικά προϊόντα. Τη διάθεση αυτή για πειραματισμό πρέπει να αξιοποιήσει προς όφελός της η χώρα.

Προσπαθώντας να σκιαγραφήσει το ψηφιακό προφίλ της Ελλάδας, συμπυκνώνει το σχόλιό του σε τρία χαρακτηριστικά βάσει των δεικτών του World Economic Forum με εκτιμήσεις για το 2016. Η Ελλάδα, όπως λέει, είναι ο 6ος μεγαλύτερος «τροφοδότης» επιστημόνων και μηχανικών στην ψηφιακή τεχνολογία ανάμεσα σε 140 χώρες παγκοσμίως, έχοντας πέσει από την 4η θέση όπου ήταν το 2014. Ομως δεν διαθέτει ένα θεσμικό πλαίσιο φιλικό στο επιχειρείν, γεγονός που την κατατάσσει στο χαμηλότερο ανταγωνιστικό επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ενωσης και στην 81η θέση μεταξύ 140 χωρών παγκοσμίως. Επίσης, το επίπεδο εξοικείωσης της κοινωνίας με τα ψηφιακά εργαλεία είναι από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη (26οι από τους 28) μολονότι το ποσοστό πρόσβασης στο Διαδίκτυο ξεπερνάει το 90%.

«Αυτοί οι άνθρωποι όμως ζητούν κάτι πάρα πολύ απλό. Ενα φιλικό επιχειρηματικό περιβάλλον και μια βοήθεια στην αρχή. Οχι χρηματοδότηση με την παραδοσιακή μορφή αλλά έμμεσα, όπως μείωση στις εισφορές ή στη φορολογία μέχρι η εταιρεία να καταστεί κερδοφόρα. Αυτό ζητούν οι νέοι και δυστυχώς δεν τους έχουμε βοηθήσει. Ως εταιρεία εγκαινιάσαμε το “Google Launchpad”, ένα τετραήμερο boot camp για νεοφυείς εταιρείες που βρίσκονται σε πολύ αρχικό στάδιο. Το πρόγραμμα έφερε σε επαφή 80 προγραμματιστές και επιχειρηματίες από όλη την Ελλάδα, που έλαβαν υποστήριξη και τεχνογνωσία από στελέχη της Google Ελλάδας και Ισραήλ. Τρεις από τις εταιρείες κέρδισαν ένα 3μηνο πακέτο “εκκίνησης” που περιλαμβάνει χώρο εργασίας και υποδομές, υποστήριξη σε νομικά και λογιστικά θέματα, καθοδήγηση από στελέχη της αγοράς καθώς και το Google Cloud Platform, την πλατφόρμα εργαλείων της Google για επιχειρήσεις».

 

 

Πηγή: www.kathimerini.gr